αποδοχεύς
Смотреть что такое "αποδοχεύς" в других словарях:
αποδοχεύς — ἀποδοχεύς, ο (Α) [αποδοχή] 1. ο αποδέκτης 2. ο αρχειοφύλακας … Dictionary of Greek
ἀποδοχεύς — keeper of archives masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποδοχῆς — ἀποδοχεύς keeper of archives masc nom pl ἀποδοχεύς keeper of archives masc nom/voc pl ἀποδοχή receiving back fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποδοχεῦσιν — ἀποδοχεύς keeper of archives masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποδοχῆι — ἀποδοχεύς keeper of archives masc dat sg (epic ionic) ἀποδοχῇ , ἀποδοχή receiving back fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποδοχείον — ἀποδοχεῑον, το (Α) [αποδοχεύς] 1. η αποθήκη 2. η στέρνα … Dictionary of Greek
ἀποδοχῇ — ἀποδοχῆι , ἀποδοχεύς keeper of archives masc dat sg (epic ionic) ἀποδοχή receiving back fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)