αποδοχεύς

αποδοχεύς
(-εως) ο см. αποδέκτης

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "αποδοχεύς" в других словарях:

  • αποδοχεύς — ἀποδοχεύς, ο (Α) [αποδοχή] 1. ο αποδέκτης 2. ο αρχειοφύλακας …   Dictionary of Greek

  • ἀποδοχεύς — keeper of archives masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποδοχῆς — ἀποδοχεύς keeper of archives masc nom pl ἀποδοχεύς keeper of archives masc nom/voc pl ἀποδοχή receiving back fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποδοχεῦσιν — ἀποδοχεύς keeper of archives masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποδοχῆι — ἀποδοχεύς keeper of archives masc dat sg (epic ionic) ἀποδοχῇ , ἀποδοχή receiving back fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αποδοχείον — ἀποδοχεῑον, το (Α) [αποδοχεύς] 1. η αποθήκη 2. η στέρνα …   Dictionary of Greek

  • ἀποδοχῇ — ἀποδοχῆι , ἀποδοχεύς keeper of archives masc dat sg (epic ionic) ἀποδοχή receiving back fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»